Υπάρχει ζωή μετά τα αφεντικά;

 

 Εφημερίδα των Συντακτών, 15-16 Μαρτίου 2014

 ---------------------------------------------------------------------------------------------------------

   Comics off-road


 

Φιλόγελοι αναγνώστες εφημερίδων και περιοδικών αισθάνονται έντονη την απουσία γελοιογράφων και σατιρικών συγγραφέων του παρελθόντος, όπως ο Μποσταντζόγλου ή ο Τσιφόρος φερ” ειπείν, εις πείσμα ημών των παρόντων ομοτέχνων (ομοτέχνων σύμφωνα με τα στοιχεία της Εφορίας και τα μητρώα της Ενώσεως Συντακτών).

 

Και συνεχίζουν (οι αναγνώστες) την ενοχλητική αναφορά στους αποδημήσαντες, αναλογιζόμενοι με ανεκπλήρωτη επιθυμία τι σαρκαστικά σκίτσα, τι ευφυέστατα, ιλαρά γραπτά θα δημοσίευαν οι ως άνω προγενέστεροι, εμπνεόμενοι από την πολιτική γελοιότητα και την οικονομική καταγέλαστη αθλιότητα του ενεστώτος.

 

Και είναι εύλογος ο παντοιοτρόπως εκφραζόμενος θαυμασμός για τα ευτράπελα δημιουργήματα των προαναφερθέντων, αφού υπήρξαν -και όχι μόνον αυτοί- χιουμορίστες πρωτότυποι, αμίμητοι και αναντικατάστατοι. Αλλά εδώ θα υποβάλουμε (επιτέλους) μία ένσταση!

 

Ο Μποσταντζόγλου και ο Τσιφόρος για την ανάπτυξη του ιδιαίτερου, μοναδικού και ανεπανάληπτου καυστικού ταλέντου τους βασίζονται στην ύπαρξη δύο γλωσσικών ιδιωμάτων της εποχής εκείνης. Ο Μποσταντζόγλου λοιδορεί την καθαρεύουσα, ενώ ο Τσιφόρος κοροϊδεύει τη γλώσσα της «πιάτσας».

 

Αλλά επί των ημερών μας οι δύο αυτές γλωσσικές εμμονές έπειτα από συγχωνεύσεις μορφοποιήθηκαν και αποτελούν το αρχοντορεμπέτικο γλωσσικό είδος που μιλάει, π.χ. ο πρωθυπουργός κ. Αντ. Σαμαράς. Επομένως, εάν ζούσαν σήμερα οι δύο αξέχαστοι χιουμορίστες και ήθελαν να περιπαίξουν τους κυβερνώντες και την εποχή μας θα ακολουθούσαν έναν άλλο, έναν νέο σατιρικό δρόμο, άγνωστο ποιον.

 

Με τη δικαιολογία αυτή, χωρίς να μας ρωτήσει, αυθαίρετα, άνευ αδείας και στερούμενος διπλωμάτων ικανότητος, ο Αντώνης Βαβαγιάννης (άγνωστος στο πλήθος), αναζητώντας νέα ιδανικά θύματα της σάτιρας, χλευάζει όσους εκφράζονται σε αυτήν την αρχοντορεμπέτικη αργκό των ιθυνόντων, από την οποία ο Βαβαγιάννης έχει αφαιρέσει τους κυβερνητικούς ιδιωματισμούς και τα σλόγκαν της Εξουσίας.

 

Ο «Θείος Αιμίλιος που έχει όρεξη για κουβέντα», χαρακτηριστικός τύπος στα κόμικς του Βαβαγιάννη (εδώ ζηλεύουμε) απομονωμένος στα καρέ του και σε τρε γκρο πλαν, ανέκφραστος, εκτός τόπου και χρόνου, θωρακισμένος στο εγώ του, σχεδόν μυστηριώδης, ένας υμνητής του παρελθόντος, αγορεύει υποβλητικά -παραληρεί μάλλον- σε μια γλώσσα διαμορφωμένη στα εορταστικά οικογενειακά τραπεζώματα, στα απομνημονεύματα της Αριστεράς και στις εκπομπές των κυρίων Παπαδόπουλων.

 

Ο Αντ. Βαβαγιάννης, σεναρίστας, σκιτσογράφος, μουσικός και δάσκαλος (σε ποιους εμπιστευόμαστε τα παιδιά μας!) πέραν του θείου Αιμίλιου, κινεί στα καρέ του έναν θίασο από ομιλούντα ξόανα. Ο Κλέαρχος π.χ. χρησιμοποιεί -άστοχα πάντα- ένα εκφραστικό «τικ» που συνηθίζεται στα αμφιθέατρα και στους διαδρόμους των εκπαιδευτηρίων, ενώ ο κ. Κλιάφας βαδίζοντας στα ολισθηρά γλωσσικά ευτράπελα του κόμικ-στριπ συγχέει μονίμως τις δύο ή τρεις σημασίες που πιθανόν έχει η ίδια λέξη. Για περισσότερα στο Comicdom-press.gr και socomic.gr

 

Επιβάτες ενός άλλου off-road οχήματος οι Αναστασίου και Δερβενιώτης οργώνουν την άγονη πολιτική μας ενδοχώρα στα ίχνη μιας αστείας «νεογλώσσας» που τη γελοιότητά της εξέθεσαν προ μηνών καρέ-καρέ. Με αυτές τις τελευταίες δύο λέξεις ως τίτλο, αν δεν κάνουμε λάθος (συνήθως κάνουμε) η εφημερίδα μας θα καθιερώσει σύντομα 3-4 σελίδες όπου θα δημοσιεύονται κόμικς δημιουργών νεότερων (αν είναι δυνατόν!), του γράφοντος. Αλλά να επιστρέψουμε στον Βαβαγιάννη.

 

Αν και είναι πειστική η άποψη ότι στα σενάρια του Αντώνη αρμόζουν οι απλές, ναΐφ σχεδόν, παιδικές καρικατούρες, εν τούτοις θα είχε ενδιαφέρον ένα πείραμα με πληρέστερα, ενήλικα σκίτσα.

 

Οπως έλεγε ο θείος Χατζιδάκις (ο Μάνος, και όχι ο Αιμίλιος!) «Η δεξιοτεχνία σε ένα όργανο δεν βλάπτει».