Υπάρχει ζωή μετά τα αφεντικά;

 

 Εφημερίδα των Συντακτών, 21-22 Σεπτεμβρίου 2013

 ---------------------------------------------------------------------------------------------------------

   "Δέηση"

 

 
 
Αγαπητοί αναγνώστες, μεγάλος αριθ¬μός των κατά τον κ. Ανθιμο αμαρτιών καταδικάζονται από το κράτος ως παρα¬βάσεις και κακουργήματα. Η Εκκλησία έχει στο οπλοστάσιό της πλήθος ακόμα ανθρώπινες ενοχές για να εκβιάζει τους φοβικούς: το προπατορικό αμάρτημα, λόγου χάριν, τις λάγνες επιθυμίες ή τους ανόσιους συλλογισμούς. Εάν ήθελαν οι άγιοι πατέρες, τότε η τρέχουσα δικαιο¬σύνη θα τιμωρούσε και τις αμαρτίες αυ¬τές ως αδικήματα. Αλλά η Εκκλησία θα έχανε τους λόγους της ύπαρξής της. Με πρόσχημα τη συγχώρεση αυτών των κρι¬μάτων έρχεται σε επαφή με το χριστεπώ¬νυμο πλήρωμα. Και είναι γνωστό πως ο δάσκαλος μας υποδέχεται ως αγράμμα¬τους, ο γιατρός μάς βλέπει ως ασθενείς και ο ιερέας μάς θεωρεί παλιανθρώπους. Και για να μη μολυνθούν από τα ανοσι¬ουργήματα των μιαρών πολιτών, οι αγα¬θοί λευίτες καθιέρωσαν και αυτοί ένα απροσδιόριστου μεγέθους αποτρεπτικό ράμφος. Το αποτελούν η παγιωμένη αρ¬χαΐζουσα γλώσσα της «Θείας λειτουρ¬γίας», η ιδιότυπη φωνητική βυζαντινή μουσική, ο εξπρεσιονισμός -μοναδικός και ανεπανάληπτος- των τοιχογραφιών και των φορητών εικόνων και η ξεχωρι¬στή αρχιτεκτονική των ναών. Και ακό¬μα: η καρναβαλικού τύπου αμφίεση των ιερέων και τα ψευδώνυμα με τα οποία θωρακίζονται οι κληρικοί έναντι των λαϊκών. Προσωπείο ή ράμφος, ο συντά¬κτης του παρόντος θα υπερασπιζόταν με νύχια και με δόντια την παστερίωση της ορθοδοξίας, όχι επειδή επί του προ-κειμένου καταλαμβάνεται -ο γράφων- από μια πυρέσσουσα ζαν-ζακ-ρουσίτιδα αλλά λόγω αναπτύξεως του «στίλβοντος ποδηλάτου».
 
 
Ο Φρόιντ έλεγε πως η θρησκεία εί¬ναι μια παγκόσμια νεύρωση. Οι πιστοί που εμφορούνται από την πεποίθηση πως κάποιοι αντίχριστοι κακούργοι σταύρωσαν τον Θεό τους (μεταξύ των δημίων υπήρξε ασφαλώς και ένας προ¬πάτοράς τους) εκδικούνται την ανθρω¬πότητα με ιδεοληψίες, παραληρήματα και οπτασιασμούς. Και με το οπλοστά¬σιο του κράτους αλλά και την επικου¬ρία των μεταφυσικών φόβων (μεταφέ¬ρονται επί της γης από τον κ. Σαμαρά συνομιλητή του Θεού) απαιτούν, αξιώ¬νουν δουλοπρέπεια και τυφλή υποταγή, όπως οι κατακτητές από τους σκλάβους. Και ενώ η Αριστερά έναντι της Εκκλη¬σίας πολιτεύεται με ανεξιθρησκία, οι αρχιερείς επιμένουν στη μισαλλοδο¬ξία τους επειδή θέλουν την ορθοδοξία μία, καθολική και οικουμενική. Ο Φ. Ντοστογιέφσκι γράφει στους «Καρα¬μαζώφ»: «Αυτή η ανάγκη της συμφω¬νίας στη λατρεία είναι το μεγαλύτερο βασανιστήριο και του ανθρώπου χω¬ριστά αλλά και της ανθρωπότητας στο σύνολό της από την αρχή του κόσμου. Γι’ αυτήν την κοινή λατρεία αλληλοεξο¬ντώνονταν με το σπαθί». Οσον αφορά εμάς, το πρόβλημα της μισαλλοδοξίας θα έλυνε διά παντός η πλήρης ή γενική απουσία οποιασδήποτε λατρείας. Αλλά, ως γνωστόν, ο καθένας είναι έτοιμος να πολεμήσει υπέρ της εξάρτησής του. Κατά συνέπεια φορολογούνται οι πλα¬νόδιοι κουλουροπώλες και ουδέποτε η Εκκλησία. Ταμειακές μηχανές τοποθε¬τήθηκαν και στα περίπτερα και ούτε μία σε ενοριακό παγκάρι. Ο κάθε κτηνοτρό¬φος πληρώνει τους βοσκούς από την τσέπη του αλλά τους καλούς ποιμένες πληρώνει το Δημόσιο. Για τούτο με ικα¬νοποίησαν οι δηλώσεις του κ. Κουράκη που αφορούσαν τα οικονομικά της Εκ¬κλησίας των Ανθιμων. Μελανό σημείο των προτάσεών του βεβαίως παραμένει το γεγονός ότι επ’ αυτών συμφωνεί και ο κ. Στουρνάρας. www.gianniskalaitzis.gr
       Ο Καρλ Κράους έχει γράψει το περίφημο «Το όνομα του Χίτλερ δεν μου λέει τίποτα» και τούτο, αφού ήταν πεπεισμένος πως η ασημαντότητα ενός ανθρώπου ήταν ικανή να οδηγήσει στην εξαφάνιση των υπολειμμάτων του προηγούμενου πολέμου. Αυτός ο προβοκάτορας (ο Κράους) έλεγε: «Τα έργα τέχνης είναι περιττά. Είναι βέβαια απαραίτητο να τα δημιουργούμε, αλλά όχι να τα δείχνουμε». Περιγραφικότερος και αφόρητος λόγω της καλλιτεχνικής του μεγαλοφυΐας ο Σαλβατόρ Νταλί ισχυρίζεται επί του θέματος περίπου τα ακόλουθα: Εάν κλειδώσουμε ένα έργο τέχνης, ένα αριστούργημα μέσα σε σιδερόφραχτο σεντούκι και αυτό το θάψουμε κατόπιν σε σπήλαιο των Ιμαλαΐων αιωνίως, το έργο αυτό θα διατηρήσει την ανυπολόγιστη αξία του στο ακέραιο.

 

Εάν είχατε ζήσει ως θαυμαστής της Μαρίκας Νίνου, της Σοφίας Λόρεν, του Πάμπλο Πικάσο, του Αλφρεντ Χίτσκοκ και της Ελληνικής Ανοιξης, είναι αμφίβολο εάν θα κατανοούσατε τις ως άνω αισθητικές βεβαιότητες.

 

Εν τούτοις, αγαπητοί αναγνώστες, μεγάλοι πολιτισμοί, συμφωνώντας με τους παραδοξολόγους Κράους και Νταλί και όχι (τι βλακεία) με εμάς, αποδέχονται και οργανώνουν την εξαφάνιση των έργων τέχνης. Εικόνες, επιγραφές και ομοιώματα βγήκαν από τη σπηλιά του μάγου και θάφτηκαν για πάντα συντροφεύοντας νεκρούς. Οι αμέτρητοι επιβλητικοί πολεμιστές που υποδέχονται τον επισκέπτη στο σινικό υπέδαφος δημιουργήθηκαν ένας προς έναν για να φρουρούν τον ενταφιασμένο τους αυτοκράτορα αφενός και την ακεραιότητα της σουρεαλιστικής γνώμης του Νταλί περί τέχνης αφ” ετέρου.

 

Αλλά και στην άλλη πλευρά της Ασίας οι ανακτορικοί πολιτισμοί της ανατολικής Μεσογείου εμφορούνταν από την αυτή αισθητική τάση του εγκιβωτισμού της τέχνης. Η μετέπειτα ελληνική πόλις-κράτος του θεάτρου, του σταδίου, της αγοράς και της ελευθερίας έφερε στο φως της ημέρας τα έργα τέχνης και τους δημιουργούς τους, οι οποίοι απέκτησαν αυτομάτως το δικαίωμα στη μετριοφροσύνη και την υποχρέωση να είναι ματαιόδοξοι. Εργο τους, η πρωτοτυπία σε εκατοντάδες αντίγραφα.

 

Στους αιώνες μετά τον πολιτισμό των νεκρουπόλεων τα καλλιτεχνικά έργα, όταν δεν στεγάζονται στα ορφανοτροφεία των γραμμάτων, ενταφιάζονται στις ιδιωτικές συλλογές. Οπως ο Πολίτης Κέιν, οι μεγιστάνες (Μελισσανίδης, Ρέστης, Λαυρεντιάδης) ονειρεύονται ένα Ξαναντού, μια Σάνγκρι-λα, ένα άβατο χαρέμι αριστουργημάτων διά βίου. Πίνακες μοναδικοί και ανεπανάληπτοι δυνατόν να ξεχαστούν εσαεί σε μια σοφίτα, όπως το «Ηλιοβασίλεμα στο Μονμαζούρ», που υπογράφει ένας Βαν Γκογκ.

 

Αφορμή του παρόντος γραπτού είναι η δέηση, η προσευχή, μια γιγαντιαία εικόνα που ορθώνεται σε κοινή θέα -στον αντίποδα των νεκροθαλάμων- στο πάρκινγκ Πειραιώς και Μενάνδρου γωνία. Το υπογράφουν οι κ. Κρέτσης και Αναστασάκος που χρηματοδότησε το υπ. Περιβάλλοντος. Το έργο αποκαλύπτει υψηλή τεχνική κατάρτιση, ολοκληρωμένη εικαστική αντίληψη, βαθύ καλλιτεχνικό συναίσθημα. Είναι αντίγραφο της «Προσευχής» του Αλμπρεχτ Ντίρερ σε μια εντυπωσιακή μεταστροφή. Τα δύο χέρια εδώ έχουν ενωθεί σε μια αντεστραμμένη επίκληση, από τον ουρανό δηλαδή προς τη γη. Εξαιρετική η επιλογή του Αλμπρεχτ Ντρίρερ ως προτύπου. Οδήγησε τη γερμανική τέχνη από τις σκιές των μέσων χρόνων στο δημόσιο φως των πολιτών και της Αναγέννησης.

 

Η αντεστραμμένη φορά της χειρονομίας, η ουράνια προέλευση, το υπερκόσμιο μέγεθος υποδηλώνουν ασφαλώς μια προσευχόμενη θεότητα που αβέβαιη επικαλείται τον άνθρωπο. Και όσοι -θαυμαστές του ΜΕΤΑΧΑΧΑ- επικρίνουν το αντίγραφο από την ιστοσελίδα «Γηγενείς Ακρίτες» (προσοχή στο οδοντικό του τέλους), πείθουν πως είναι ικανοί να μας οδηγήσουν «μέχρι την εξαφάνιση των υπολειμμάτων του προηγούμενου πολέμου αφού τα ονόματά τους», κ. Καρλ Κράους, «δεν μας λένε απολύτως τίποτα».