Υπάρχει ζωή μετά τα αφεντικά;

  Εφημερίδα των Συντακτών, 13-14 Απριλίου 2013

 ---------------------------------------------------------------------------------------------------------

   Γιατί δεν αποβιώνουν οι μετανάστες

   

Οι γκραβούρες ιατρικού εν¬διαφέροντος παρουσιάζουν κάποτε τους λειτουργούς του Ασκληπιού να φέρουν στο πρό¬σωπο ένα τεράστιο αλλόκοτο ράμφος. Υποθέτουμε βασίμως ότι και κατά τον Μεσαίωνα οι θεράποντες θα είχαν επι¬σημάνει πως η μετάδοση των ασθενει¬ών σχετίζεται με τη σωματική επαφή ή την απλή προσέγγιση. Το αποκρουστικό ράμφος καθιερώθηκε (κατά τον γρά¬φοντα) για να αποτρέπει την εγγύτη¬τα και την επακόλουθη μόλυνση. Αυτή η εντυπωσιακή προσωπίδα εξάλλου εξασφάλιζε το απερίγραπτο δέος του ασθενούς για τον μασκοφόρο και την ανάλογη οικονομική του υποδοχή. Ενα παρόμοιο προσωπείο, πολλαπλάσιο σε μέγεθος, κόστος και σημασίες, φέρουν και οι λειτουργοί του υψίστου.
Αγαπητοί αναγνώστες, μεγάλος αριθ¬μός των κατά τον κ. Ανθιμο αμαρτιών καταδικάζονται από το κράτος ως παρα¬βάσεις και κακουργήματα. Η Εκκλησία έχει στο οπλοστάσιό της πλήθος ακόμα ανθρώπινες ενοχές για να εκβιάζει τους φοβικούς: το προπατορικό αμάρτημα, λόγου χάριν, τις λάγνες επιθυμίες ή τους ανόσιους συλλογισμούς. Εάν ήθελαν οι άγιοι πατέρες, τότε η τρέχουσα δικαιο¬σύνη θα τιμωρούσε και τις αμαρτίες αυ¬τές ως αδικήματα. Αλλά η Εκκλησία θα έχανε τους λόγους της ύπαρξής της. Με πρόσχημα τη συγχώρεση αυτών των κρι¬μάτων έρχεται σε επαφή με το χριστεπώ¬νυμο πλήρωμα. Και είναι γνωστό πως ο δάσκαλος μας υποδέχεται ως αγράμμα¬τους, ο γιατρός μάς βλέπει ως ασθενείς και ο ιερέας μάς θεωρεί παλιανθρώπους. Και για να μη μολυνθούν από τα ανοσι¬ουργήματα των μιαρών πολιτών, οι αγα¬θοί λευίτες καθιέρωσαν και αυτοί ένα απροσδιόριστου μεγέθους αποτρεπτικό ράμφος. Το αποτελούν η παγιωμένη αρ¬χαΐζουσα γλώσσα της «Θείας λειτουρ¬γίας», η ιδιότυπη φωνητική βυζαντινή μουσική, ο εξπρεσιονισμός -μοναδικός και ανεπανάληπτος- των τοιχογραφιών και των φορητών εικόνων και η ξεχωρι¬στή αρχιτεκτονική των ναών. Και ακό¬μα: η καρναβαλικού τύπου αμφίεση των ιερέων και τα ψευδώνυμα με τα οποία θωρακίζονται οι κληρικοί έναντι των λαϊκών. Προσωπείο ή ράμφος, ο συντά¬κτης του παρόντος θα υπερασπιζόταν με νύχια και με δόντια την παστερίωση της ορθοδοξίας, όχι επειδή επί του προ-κειμένου καταλαμβάνεται -ο γράφων- από μια πυρέσσουσα ζαν-ζακ-ρουσίτιδα αλλά λόγω αναπτύξεως του «στίλβοντος ποδηλάτου».
Ο Φρόιντ έλεγε πως η θρησκεία εί¬ναι μια παγκόσμια νεύρωση. Οι πιστοί που εμφορούνται από την πεποίθηση πως κάποιοι αντίχριστοι κακούργοι σταύρωσαν τον Θεό τους (μεταξύ των δημίων υπήρξε ασφαλώς και ένας προ¬πάτοράς τους) εκδικούνται την ανθρω¬πότητα με ιδεοληψίες, παραληρήματα και οπτασιασμούς. Και με το οπλοστά¬σιο του κράτους αλλά και την επικου¬ρία των μεταφυσικών φόβων (μεταφέ¬ρονται επί της γης από τον κ. Σαμαρά συνομιλητή του Θεού) απαιτούν, αξιώ¬νουν δουλοπρέπεια και τυφλή υποταγή, όπως οι κατακτητές από τους σκλάβους. Και ενώ η Αριστερά έναντι της Εκκλη¬σίας πολιτεύεται με ανεξιθρησκία, οι αρχιερείς επιμένουν στη μισαλλοδο¬ξία τους επειδή θέλουν την ορθοδοξία μία, καθολική και οικουμενική. Ο Φ. Ντοστογιέφσκι γράφει στους «Καρα¬μαζώφ»: «Αυτή η ανάγκη της συμφω¬νίας στη λατρεία είναι το μεγαλύτερο βασανιστήριο και του ανθρώπου χω¬ριστά αλλά και της ανθρωπότητας στο σύνολό της από την αρχή του κόσμου. Γι’ αυτήν την κοινή λατρεία αλληλοεξο¬ντώνονταν με το σπαθί». Οσον αφορά εμάς, το πρόβλημα της μισαλλοδοξίας θα έλυνε διά παντός η πλήρης ή γενική απουσία οποιασδήποτε λατρείας. Αλλά, ως γνωστόν, ο καθένας είναι έτοιμος να πολεμήσει υπέρ της εξάρτησής του. Κατά συνέπεια φορολογούνται οι πλα¬νόδιοι κουλουροπώλες και ουδέποτε η Εκκλησία. Ταμειακές μηχανές τοποθε¬τήθηκαν και στα περίπτερα και ούτε μία σε ενοριακό παγκάρι. Ο κάθε κτηνοτρό¬φος πληρώνει τους βοσκούς από την τσέπη του αλλά τους καλούς ποιμένες πληρώνει το Δημόσιο. Για τούτο με ικα¬νοποίησαν οι δηλώσεις του κ. Κουράκη που αφορούσαν τα οικονομικά της Εκ¬κλησίας των Ανθιμων. Μελανό σημείο των προτάσεών του βεβαίως παραμένει το γεγονός ότι επ’ αυτών συμφωνεί και ο κ. Στουρνάρας. www.gianniskalaitzis.gr

  Ο συντάκτης του παρόντος εγκαίρως και ευθέως είχε διατυπώσει την ειδοποιό διαφορά μεταξύ αυτοχθόνων και μεταναστών, που είναι τούτη: οι μετανάστες εν Ελλάδι ουδέποτε αποβιώνουν. Εάν συνέβαινε το αντίθετο, το ελληνικό κράτος θα είχε προνοήσει για την ανέγερση ιερών ή άλλων χώρων νεκρώσιμης ακολουθίας σύμφωνα με τις δοξασίες αλλόθρησκων μεταναστών. Και ενώ λειτουργούν προ πολλού κοιμητήρια των παντοδαπών μη ορθοδόξων χριστιανών, ουδεμία πληροφορία έχουμε για την ύπαρξη νεκροταφείου μουσουλμάνων, βουδιστών, βραχμάνων ή ανιμιστών. Και παρά την απουσία γραφείων κηδειών και μνημοσύνων, πτώματα αλλοδόξων μεταναστών δεν συναντάμε στους δρόμους, στα χαντάκια και στην ύπαιθρο της χώρας. Επομένως, ο ισχυρισμός της στήλης -οι μετανάστες εν Ελλάδι ουδέποτε αποβιώνουν- είναι απολύτως ορθός. Για τούτο η οργή των γενναίων ανδρών του Κασιδιάρη και η αγανάκτηση του καλού μητροπολίτη Πειραιώς ματαίωσαν την ανέγερση τεμένους στην Αττική. Είναι ανόσιο, βέβηλο, αντεθνικό και παντελώς άχρηστο, όσο και η εγκατάσταση νεκροταφείου αλλοδόξων.

   Και πέραν όλων αυτών «όσοι διαφωνούν με την άποψή μας δεν δικαιούνταν να ασκήσουν κριτική στα συμπεράσματά μας, τουναντίον οφείλουν να επιστρέψουν στη φρόνιμη σιωπή τους». Και ας σημειωθεί πως η προηγούμενη πρόταση στηρίζεται στον ακόλουθο απλό συλλογισμό: «Η οποιαδήποτε κριτική τους στάση δεν θα ήταν αποτέλεσμα λογικής επεξεργασίας αλλά προϊόν της διαφωνίας τους». Και οι σκέψεις αυτές δεν εκφράζουν την προσωπική μας ιδεοληψία, αλλά προέρχονται από τη μακροχρόνια πείρα, τη σφυρηλατημένη διαλεκτική της Αλέκας Παπαρήγα. Τα ως άνω εντός εισαγωγικών περιέχονται σε έναν από τους λόγους που εκφώνησε κατά τη διάρκεια των προσυνεδριακών διαδικασιών του κόμματός της.

   Αγνοούμε βέβαια (τουλάχιστον όσο συντάσσεται το παρόν) την αντίδραση των συνέδρων, ασφαλώς όμως η γνώμη της κυρίας Παπαρήγα έχει τη σιδερένια λογική του κοινού τόπου. Πράγματι, παρά τα όσα πρεσβεύουν ορισμένοι αναγνώστες, η φιλοσοφία της γραμματέως εφαρμόζεται σε όλους τους τομείς της κοινωνικής μας ζωής και επιβεβαιώνουν την άποψη της Δεξιάς, σύμφωνα με την οποία η μεταπολίτευση καταδυναστεύεται από την ιδεολογία των αριστερών.

   Με την αυτή υπεράνω πάσης κριτικής εξουσία, ο λεοντόκαρδος ηγέτης των ταγμάτων ασφαλείας κ. Δένδιας, αφού αναγόρευσε τον εαυτό του Ξένιο Δία, διεκδικώντας πλέον κυριαρχία επί της γης όση και εν τοις ουρανοίς, ανακήρυξε την εξοχότητά του Καίσαρα. Και έπραξε τούτο εξ αντανακλάσεως εφ' όσον χαρακτήρισε την πολιορκούμενη Ιερισσό «Γαλατικό χωριό». Ακολουθεί σθεναρά τα βήματα των στρατηγών της Φρειδερίκης που ονόμαζαν τους αντιπάλους τους κατσαπλιάδες, κομιτατζήδες, συμμορίτες και εαμοβούλγαρους, για να μην ομολογήσουν την εμφύλια σύρραξη, την οποία πυροδοτούσαν με ανδρεία αφ' ενός, και αφ' ετέρου για να φαιδρύνει τη βάρβαρη εισβολή (4 η ώρα τα χαράματα στις κατοικίες αμέριμνων πολιτών) με το χιούμορ των λευκών που αποκαλούν τους Αφροαμερικάνους «χιονάτη», «γαλανομάτα», «ξανθομαλλούσα». Αυτά για να λυτρωθούμε από το ρατσιστικό παράπονο, πως φυλετικές διακρίσεις στη χώρα μας υφίστανται μόνον οι Αφροασιάτες και οι γηγενείς Τσιγγάνοι.

   Αγαπητοί αναγνώστες, ο ρατσισμός της εξουσίας εμφανίζει τους διαφωνούντες ως εκτός ορίων ανοϊκούς, διεστραμμένους υπανθρώπους (αγράμματους, χαρακτηρίζει τους αντιρρησίες ο Περισσός) και ισχυρίζονται -οι κρατούντες- ότι επιζητούν μια καλοπροαίρετη εποικοδομητική, δημιουργική κριτική, ενώ γνωρίζουν αυτό που λέει ο Τσέζαρε Παβέζε: «Κρίνω πρόσωπα, σημαίνει φτιάχνω την καρικατούρα τους».