Υπάρχει ζωή μετά τα αφεντικά;

  Εφημερίδα των Συντακτών, 22-23-24 Μαρτίου 2013

 ---------------------------------------------------------------------------------------------------------

   Στάινμπεργκ, Μπάνκσυ, Κουντούρης

   

Οι γκραβούρες ιατρικού εν¬διαφέροντος παρουσιάζουν κάποτε τους λειτουργούς του Ασκληπιού να φέρουν στο πρό¬σωπο ένα τεράστιο αλλόκοτο ράμφος. Υποθέτουμε βασίμως ότι και κατά τον Μεσαίωνα οι θεράποντες θα είχαν επι¬σημάνει πως η μετάδοση των ασθενει¬ών σχετίζεται με τη σωματική επαφή ή την απλή προσέγγιση. Το αποκρουστικό ράμφος καθιερώθηκε (κατά τον γρά¬φοντα) για να αποτρέπει την εγγύτη¬τα και την επακόλουθη μόλυνση. Αυτή η εντυπωσιακή προσωπίδα εξάλλου εξασφάλιζε το απερίγραπτο δέος του ασθενούς για τον μασκοφόρο και την ανάλογη οικονομική του υποδοχή. Ενα παρόμοιο προσωπείο, πολλαπλάσιο σε μέγεθος, κόστος και σημασίες, φέρουν και οι λειτουργοί του υψίστου.
Αγαπητοί αναγνώστες, μεγάλος αριθ¬μός των κατά τον κ. Ανθιμο αμαρτιών καταδικάζονται από το κράτος ως παρα¬βάσεις και κακουργήματα. Η Εκκλησία έχει στο οπλοστάσιό της πλήθος ακόμα ανθρώπινες ενοχές για να εκβιάζει τους φοβικούς: το προπατορικό αμάρτημα, λόγου χάριν, τις λάγνες επιθυμίες ή τους ανόσιους συλλογισμούς. Εάν ήθελαν οι άγιοι πατέρες, τότε η τρέχουσα δικαιο¬σύνη θα τιμωρούσε και τις αμαρτίες αυ¬τές ως αδικήματα. Αλλά η Εκκλησία θα έχανε τους λόγους της ύπαρξής της. Με πρόσχημα τη συγχώρεση αυτών των κρι¬μάτων έρχεται σε επαφή με το χριστεπώ¬νυμο πλήρωμα. Και είναι γνωστό πως ο δάσκαλος μας υποδέχεται ως αγράμμα¬τους, ο γιατρός μάς βλέπει ως ασθενείς και ο ιερέας μάς θεωρεί παλιανθρώπους. Και για να μη μολυνθούν από τα ανοσι¬ουργήματα των μιαρών πολιτών, οι αγα¬θοί λευίτες καθιέρωσαν και αυτοί ένα απροσδιόριστου μεγέθους αποτρεπτικό ράμφος. Το αποτελούν η παγιωμένη αρ¬χαΐζουσα γλώσσα της «Θείας λειτουρ¬γίας», η ιδιότυπη φωνητική βυζαντινή μουσική, ο εξπρεσιονισμός -μοναδικός και ανεπανάληπτος- των τοιχογραφιών και των φορητών εικόνων και η ξεχωρι¬στή αρχιτεκτονική των ναών. Και ακό¬μα: η καρναβαλικού τύπου αμφίεση των ιερέων και τα ψευδώνυμα με τα οποία θωρακίζονται οι κληρικοί έναντι των λαϊκών. Προσωπείο ή ράμφος, ο συντά¬κτης του παρόντος θα υπερασπιζόταν με νύχια και με δόντια την παστερίωση της ορθοδοξίας, όχι επειδή επί του προ-κειμένου καταλαμβάνεται -ο γράφων- από μια πυρέσσουσα ζαν-ζακ-ρουσίτιδα αλλά λόγω αναπτύξεως του «στίλβοντος ποδηλάτου».
Ο Φρόιντ έλεγε πως η θρησκεία εί¬ναι μια παγκόσμια νεύρωση. Οι πιστοί που εμφορούνται από την πεποίθηση πως κάποιοι αντίχριστοι κακούργοι σταύρωσαν τον Θεό τους (μεταξύ των δημίων υπήρξε ασφαλώς και ένας προ¬πάτοράς τους) εκδικούνται την ανθρω¬πότητα με ιδεοληψίες, παραληρήματα και οπτασιασμούς. Και με το οπλοστά¬σιο του κράτους αλλά και την επικου¬ρία των μεταφυσικών φόβων (μεταφέ¬ρονται επί της γης από τον κ. Σαμαρά συνομιλητή του Θεού) απαιτούν, αξιώ¬νουν δουλοπρέπεια και τυφλή υποταγή, όπως οι κατακτητές από τους σκλάβους. Και ενώ η Αριστερά έναντι της Εκκλη¬σίας πολιτεύεται με ανεξιθρησκία, οι αρχιερείς επιμένουν στη μισαλλοδο¬ξία τους επειδή θέλουν την ορθοδοξία μία, καθολική και οικουμενική. Ο Φ. Ντοστογιέφσκι γράφει στους «Καρα¬μαζώφ»: «Αυτή η ανάγκη της συμφω¬νίας στη λατρεία είναι το μεγαλύτερο βασανιστήριο και του ανθρώπου χω¬ριστά αλλά και της ανθρωπότητας στο σύνολό της από την αρχή του κόσμου. Γι’ αυτήν την κοινή λατρεία αλληλοεξο¬ντώνονταν με το σπαθί». Οσον αφορά εμάς, το πρόβλημα της μισαλλοδοξίας θα έλυνε διά παντός η πλήρης ή γενική απουσία οποιασδήποτε λατρείας. Αλλά, ως γνωστόν, ο καθένας είναι έτοιμος να πολεμήσει υπέρ της εξάρτησής του. Κατά συνέπεια φορολογούνται οι πλα¬νόδιοι κουλουροπώλες και ουδέποτε η Εκκλησία. Ταμειακές μηχανές τοποθε¬τήθηκαν και στα περίπτερα και ούτε μία σε ενοριακό παγκάρι. Ο κάθε κτηνοτρό¬φος πληρώνει τους βοσκούς από την τσέπη του αλλά τους καλούς ποιμένες πληρώνει το Δημόσιο. Για τούτο με ικα¬νοποίησαν οι δηλώσεις του κ. Κουράκη που αφορούσαν τα οικονομικά της Εκ¬κλησίας των Ανθιμων. Μελανό σημείο των προτάσεών του βεβαίως παραμένει το γεγονός ότι επ’ αυτών συμφωνεί και ο κ. Στουρνάρας. www.gianniskalaitzis.gr

   Οι δημοσιευμένες αποφάσεις των ανώτατων κομματικών οργάνων του υπάρξαντος σοσιαλισμού και οι γελοιογραφίες της περιγραφικής σχολής διαφέρουν σε τούτο: οι δεύτερες (οι γελοιογραφίες) ενδέχεται να διαθέτουν κάποια χάρη. Πράγματι, και οι δύο πλευρές τού ως άνω συσχετισμού υποφέρουν από τον υπερβολικό όγκο των δεδομένων που παρουσιάζουν, την εξαντλητική ανάλυση, την έλλειψη αφαίρεσης και στην κορύφωση του δράματος πάσχουν από επανάληψη και κοινοτοπία. Και επειδή εκ των δύο συσχετιζομένων μόνον οι γελοιογραφίες είναι πλέον υπαρκτές, ακολούθως ο συντάκτης του παρόντος υποβάλλει τα κάτωθι: Η περιγραφική τάση των ευτράπελων σχεδίων εντοπίζεται στα χιουμοριστικά πορτρέτα του Λεονάρντο ντα Βίντσι, ακολουθεί την πορεία των εικαστικών τεχνών μέχρι τη βιομηχανική εποχή, οπότε ανανεώνεται από τον οριενταλισμό της αρτ νουβό, των κόμικς και των κινουμένων σχεδίων. Δηλαδή τι; Η θεωρία των δύο άκρων επιβεβαιώνεται στις σατιρικές εικόνες; Ακριβώς αυτό!

   Αυτό έως ότου από τις στήλες του «New Yorker», τροφοδοτούμενος από την ελληνίζουσα εποχή του Πικάσο, εμφανίζεται ο μεγάλος σκιτσογράφος Σολ Στάινμπεργκ. Το ύφος του πρυτάνευσε στα έντυπα της Δύσης για 30 χρόνια. Κυριότεροι εκπρόσωποι αυτού του ρεύματος στην Ελλάδα ο Κ. Μητρόπουλος, ο Κυρ και από τους νεότερους ο Μιχάλης Κουντούρης.

   Αγαπητοί αναγνώστες στην «Εφημερίδα των Συντακτών» χαίρω ιδιαίτερης εκτίμησης από όλους για τις γνώσεις μου επί του επαγγελματικού μου αντικειμένου, αφού έχω προτείνει τη συνεργασία τριών εκλεκτών ικανότατων υπογραφών: του Πέτρου Ζερβού, του Μιχάλη Κουντούρη και του Τάσου Παυλόπουλου. Αποτελούν ένα από τα ευφυέστερα γελοιογραφικά τιμ των ελληνικών εντύπων. Επειδή ο καθένας από αυτούς είναι άξιος ως δημιουργός αφενός και αφετέρου διότι το προσωπικό εικαστικό τους προφίλ διαφέρει, ξεχωρίζει από τους άλλους, πράγμα που ικανοποιεί μια ευρύτατη γκάμα των απαιτήσεων του κοινού.

   Eξ αυτών, ο Μιχάλης Κουντούρης έχει αναπτύξει μια χαρακτηριστική γλώσσα αναγνώσιμη από οποιονδήποτε πολίτη του κόσμου, φίλου τού ευτράπελου. Απόδειξη των ανωτέρω, τα βραβεία και οι δημοσιεύσεις που τον έχουν τιμήσει διεθνώς. Αν ληφθεί υπ' όψιν το παγκοσμίως ασήμαντο εκτόπισμα των ελληνικών πραγμάτων επί παντός (των πολιτικών ιδιαίτερα) ο καθένας αντιλαμβάνεται την αξία των ιλαρών εικόνων του Κουντούρη.

   Πώς το κατορθώνει αυτό; Πώς γίνεται αυτό; Μετά από τόσα χρόνια στις εκδόσεις δεν θα με πείραζε να απαντήσω ξερά: «Δεν ξέρω». Εντούτοις, προσπαθώντας και πάλι, παρατηρώ τις ομοιότητες στη δουλειά τού εν λόγω δημιουργού με τα γκράφιτι του Μπάνκσυ, για τα οποία έγραφα προ καιρού: «Οι χώροι, οι όγκοι του Μπάνκσυ, κενοί, αόριστοι, ανύπαρκτοι. Τα σώματα, τα βλέμματα, τα πρόσωπα ακατοίκητα, ανόργανα και απολύτως σιωπηλά. Μολαταύτα το αισθητικό αποτέλεσμα είναι έντονο, απρόβλεπτο, άμεσο, ευθύβολο, αλλά σχεδόν αβαρές. Πώς γίνεται με τόσο μικρό περιορισμένο όγκο εικαστικού υλικού να μεταδίδεται αυτή η ισχυρή εντύπωση; "Επειδή τα ποιήματά του τραβούν τη συγκίνηση διά του κενού", έγραφε ο λόγιος Π. Βλαστός για τον Καβάφη. Επειδή γυρεύει να μας συγκινήσει με το άδειο».

   Μια έρευνα που δημοσιοποιήθηκε προ ετών αποκάλυψε πως οι αναγνώστες διαθέτουν για να ξεφυλλίσουν την αγαπημένη τους εφημερίδα 4 έως 5 λεπτά την ημέρα. Για τούτο θα κλείσω εδώ αφού προσθέσω στα προσόντα του Κουντούρη τον ελάχιστο χρόνο που απαιτείται για την πρόσληψη των μηνυμάτων του. Εφ' όσον τα λαμπρά παραδείγματα είναι αυτά που δεν ακολουθεί κανείς, τίθενται από μόνα τους.