Υπάρχει ζωή μετά τα αφεντικά;
Εφημερίδα των Συντακτών, 24 Νοεμβρίου 2012
---------------------------------------------------------------------------------------------------------
Corpus Casidiari
Ο εφευρέτης του χριστιανισμού Παύλος ή Σαύλος,γνωρίζοντας εκ των προτέρων το απόφθεγμα του 19ου αιώνος «μόνον οι ατάλαντοι αντιγράφουν, οι ταλαντούχοι κλέβουν», καταλήστεψε τη θεατρική δομή των διονυσιακών παραστάσεων και με τα κλοπιμαία οργάνωσε και καθιέρωσε τις λειτουργίες της εκκλησίας του. Ακόμα και ένα επιπόλαιο βλέμμα -αναπόφευκτα επιπόλαιο, αφού το θρήσκευμα είναι η απόλυτη επιφάνεια- θα μας επιβεβαιώσει τις αντιστοιχίες: κορυφαίοι-ψάλτες, χορός-πιστοί, ιερείς-υποκριτές.
Αυτές οι χριστιανικές τελετές προϊόντος του χρόνου διαφοροποιήθηκαν από τα ελληνικά θεατρικά δρώμενα ως προς την κανονικότητα του ρεπερτορίου. Σε αντίθεση δηλαδή με το διαρκώς ανανεούμενο πρόγραμμα του διονυσιακού θεάτρου (οι τραγωδίες παίζονταν μόνο μία φορά) οι χριστιανοί εκκλησιαστές ανέβαζαν και ανεβάζουν πάντοτε τα αυτά θεάματα σε αυστηρά καθορισμένες ημερομηνίες, όρντινο που ουδέποτε παραβιάζεται. Η ως άνω σταθερή διοργάνωση ομοίων, κατά το δυνατόν, σε όλους τους ναούς παραστάσεων μεταβάλλει την αβεβαιότητα σε σιγουριά και προσφέρει καταφύγιο στους έμφοβους. Οπως γράφει ο ΟσκαρΟυάιλντ στο «Ο κριτικός ως δημιουργός»: «Οι θρησκείες έχουν πιστούς όχι διότι απευθύνονται στη λογική, αλλά επειδή επαναλαμβάνονται».
Αν και το εντός των ναών χριστιανικό θέατρο αποτελεί σάρκα εκ της σαρκός της διονυσιακής λατρείας, η εκκλησία του Παύλου επιτίθεται στους θιάσους με τη μανία του ευεργετηθέντος και την αγοραία πολεμική του επαγγελματικού ανταγωνιστή. Και τούτο επειδή οι προς διανομή θεατές παραστάσεων και λειτουργιών είναι οι αυτοί. Και όσο αντίπαλοι της χριστιανικής μισαλλοδοξίας θεωρούνται τα ανυπεράσπιστα μνημεία του ελληνικού πολιτισμού, ο φανατισμός της θεούσας και η σχιζοφρένεια του ιερομονάχου επαρκούν για την καταστροφή. Οταν όμως οι αρχιερείς καθορίζουν ως στόχους σκηνοθέτες, ηθοποιούς, συγγραφείς, χιουμορίστες, μετανάστες ή άστεγους, τότε οι αγαθοί λευίτες επιστρατεύουν τη γενναιότητα των Χαζάρων, των Αλαμανών, των Πατσινάκων, των Παναγιώταρων ή των Κασιδιάρηδων προκειμένου να τεμαχίσουν τα σφάγια και να τροφοδοτήσουν τους πιστούς.
Eφάρμοσαν λοιπόν το εκκλησιαστικό κεκτημένο οι ρασοφόροι που, συνεπικουρούμενοι από άνδρες των κ.κ. Μιχαλολιάκου και Δένδια, ματαίωσαν τις παραστάσεις του «Κόρπους Κρίστι». Και συνεχίζει τις ωραίες παραδόσεις της Ορθοδοξίας ο καλός μητροπολίτης Πειραιώς Σεραφείμ, ο οποίος (αφού προηγουμένως αποκήρυξε το στοματικό σεξ), συνοδευόμενος από ανδρείους βουλευτές της Χ.Α., κατέθεσε μήνυση κατά των συντελεστών τού εν λόγω θεάματος «για κακόβουλη βλασφημία». Την αλήθεια των ως άνω ισχυρισμών και το δίκαιο του μητροπολίτη επιβεβαιώνουν μέχρι κεραίας οι εξοργισμένοι χριστιανοί από τον Αύγουστο του 1959. Εξανάγκασαν τον τότε υπουργό Προεδρίας να κατεβάσει από το Ηρώδειο την παράσταση των «Ορνίθων» του Αριστοφάνη. Και γνωρίζουμε πως οι ηθοποιοί του «Χυτήριου» αμφισβητούν την παναγιότητα ενός Ιησού, όταν ο θίασος του Κουν σατίριζε μόνο τους ορθόδοξους ιερείς με βωμολοχίες αντάξιες του προέδρου της Βουλής κ. Μεϊμαράκη.
Αγαπητοί αναγνώστες, ο κόσμος των Γραμμάτων και της Τέχνης οφείλει ευγνωμοσύνη στους ρωμαλέους άνδρες του κ. Κασιδιάρη, επειδή η δράση τους έστρεψε την προσοχή της πολιτείας, της Εκκλησίας και του κοινού στα ζητήματα του πολιτισμού. Και θα πρέπει να κληθεί αποσυνάγωγος ο μητροπολίτης Σιατίστης Παύλος, ο οποίος, με αφορμή την επιδρομή τής «καθ’ ημάς Ανατολής», δήλωσε: «Η Χρυσή Αυγή τον Χριστό διώκει, τον προσβάλλει και τον εξευτελίζει καθημερινά και το πράττει στα πρόσωπα των προσφύγων, των μεταναστών, ακόμα και των παιδιών».
Με τέτοια μυαλά θα εγκαταλείψουμε το θέατρο στην τύχη του και θα συγκεντρώσουμε την προσοχή μας στην οικονομική καταβαράθρωση της χώρας, στη λίστα Λαγκάρντ, στη φοροδιαφυγή τραπεζιτών, εφοπλιστών, κατασκευαστών και Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Ο εφευρέτης του χριστιανισμού Παύλος ή Σαύλος,γνωρίζοντας εκ των προτέρων το απόφθεγμα του 19ου αιώνος «μόνον οι ατάλαντοι αντιγράφουν, οι ταλαντούχοι κλέβουν», καταλήστεψε τη θεατρική δομή των διονυσιακών παραστάσεων και με τα κλοπιμαία οργάνωσε και καθιέρωσε τις λειτουργίες της εκκλησίας του. Ακόμα και ένα επιπόλαιο βλέμμα -αναπόφευκτα επιπόλαιο, αφού το θρήσκευμα είναι η απόλυτη επιφάνεια- θα μας επιβεβαιώσει τις αντιστοιχίες: κορυφαίοι-ψάλτες, χορός-πιστοί, ιερείς-υποκριτές. Αυτές οι χριστιανικές τελετές προϊόντος του χρόνου διαφοροποιήθηκαν από τα ελληνικά θεατρικά δρώμενα ως προς την κανονικότητα του ρεπερτορίου. Σε αντίθεση δηλαδή με το διαρκώς ανανεούμενο πρόγραμμα του διονυσιακού θεάτρου (οι τραγωδίες παίζονταν μόνο μία φορά) οι χριστιανοί εκκλησιαστές ανέβαζαν και ανεβάζουν πάντοτε τα αυτά θεάματα σε αυστηρά καθορισμένες ημερομηνίες, όρντινο που ουδέποτε παραβιάζεται.
Η ως άνω σταθερή διοργάνωση ομοίων, κατά το δυνατόν, σε όλους τους ναούς παραστάσεων μεταβάλλει την αβεβαιότητα σε σιγουριά και προσφέρει καταφύγιο στους έμφοβους. Οπως γράφει ο ΟσκαρΟυάιλντ στο «Ο κριτικός ως δημιουργός»: «Οι θρησκείες έχουν πιστούς όχι διότι απευθύνονται στη λογική, αλλά επειδή επαναλαμβάνονται».Αν και το εντός των ναών χριστιανικό θέατρο αποτελεί σάρκα εκ της σαρκός της διονυσιακής λατρείας, η εκκλησία του Παύλου επιτίθεται στους θιάσους με τη μανία του ευεργετηθέντος και την αγοραία πολεμική του επαγγελματικού ανταγωνιστή. Και τούτο επειδή οι προς διανομή θεατές παραστάσεων και λειτουργιών είναι οι αυτοί. Και όσο αντίπαλοι της χριστιανικής μισαλλοδοξίας θεωρούνται τα ανυπεράσπιστα μνημεία του ελληνικού πολιτισμού, ο φανατισμός της θεούσας και η σχιζοφρένεια του ιερομονάχου επαρκούν για την καταστροφή.
Οταν όμως οι αρχιερείς καθορίζουν ως στόχους σκηνοθέτες, ηθοποιούς, συγγραφείς, χιουμορίστες, μετανάστες ή άστεγους, τότε οι αγαθοί λευίτες επιστρατεύουν τη γενναιότητα των Χαζάρων, των Αλαμανών, των Πατσινάκων, των Παναγιώταρων ή των Κασιδιάρηδων προκειμένου να τεμαχίσουν τα σφάγια και να τροφοδοτήσουν τους πιστούς.Eφάρμοσαν λοιπόν το εκκλησιαστικό κεκτημένο οι ρασοφόροι που, συνεπικουρούμενοι από άνδρες των κ.κ. Μιχαλολιάκου και Δένδια, ματαίωσαν τις παραστάσεις του «Κόρπους Κρίστι». Και συνεχίζει τις ωραίες παραδόσεις της Ορθοδοξίας ο καλός μητροπολίτης Πειραιώς Σεραφείμ, ο οποίος (αφού προηγουμένως αποκήρυξε το στοματικό σεξ), συνοδευόμενος από ανδρείους βουλευτές της Χ.Α., κατέθεσε μήνυση κατά των συντελεστών τού εν λόγω θεάματος «για κακόβουλη βλασφημία». Την αλήθεια των ως άνω ισχυρισμών και το δίκαιο του μητροπολίτη επιβεβαιώνουν μέχρι κεραίας οι εξοργισμένοι χριστιανοί από τον Αύγουστο του 1959. Εξανάγκασαν τον τότε υπουργό Προεδρίας να κατεβάσει από το Ηρώδειο την παράσταση των «Ορνίθων» του Αριστοφάνη. Και γνωρίζουμε πως οι ηθοποιοί του «Χυτήριου» αμφισβητούν την παναγιότητα ενός Ιησού, όταν ο θίασος του Κουν σατίριζε μόνο τους ορθόδοξους ιερείς με βωμολοχίες αντάξιες του προέδρου της Βουλής κ. Μεϊμαράκη.
Αγαπητοί αναγνώστες, ο κόσμος των Γραμμάτων και της Τέχνης οφείλει ευγνωμοσύνη στους ρωμαλέους άνδρες του κ. Κασιδιάρη, επειδή η δράση τους έστρεψε την προσοχή της πολιτείας, της Εκκλησίας και του κοινού στα ζητήματα του πολιτισμού. Και θα πρέπει να κληθεί αποσυνάγωγος ο μητροπολίτης Σιατίστης Παύλος, ο οποίος, με αφορμή την επιδρομή τής «καθ’ ημάς Ανατολής», δήλωσε: «Η Χρυσή Αυγή τον Χριστό διώκει, τον προσβάλλει και τον εξευτελίζει καθημερινά και το πράττει στα πρόσωπα των προσφύγων, των μεταναστών, ακόμα και των παιδιών».Με τέτοια μυαλά θα εγκαταλείψουμε το θέατρο στην τύχη του και θα συγκεντρώσουμε την προσοχή μας στην οικονομική καταβαράθρωση της χώρας, στη λίστα Λαγκάρντ, στη φοροδιαφυγή τραπεζιτών, εφοπλιστών, κατασκευαστών και Ορθοδόξου Εκκλησίας.
|