Κείμενα δημοσιευμένα στο περιοδικό ΓΑΛΕΡΑ
Το «πόθεν έσχες» τής Αριστεράς Tεύχος 36, Σεπτέμβριος 2008
Ο κατά κ. Χρήστο Γιανναρά καλός Αριστερός διώκεται, φυλακίζεται, βασανίζεται και εκτελείται.
Δέχτηκα επίθεση από µια αγέλη αδέσποτα σκυλιά και ήδη νοσηλεύοµαι 15 µέρες στο ΚΑΤ. Χωρίς κινητό τηλέφωνο, χωρίς φορητή τηλεόραση, χωρίς αφόρητους επισκέπτες. Ποιος να ’ρθει εδώ απ’ τη Θήβα; Αφού διάβασα το µυθιστόρηµα που µου δώρισε ο γιατρός και καλός φίλος, καθηγητής Σ.Κ., διόρθωσα το προσεχές τεύχος τ΄΄ης φιλολογικής επιθεώρησης «Ορχοµενός», ανέγνωσα µε προσοχή τα συστατικά, τις ενδείξεις, τις παρενέργειες και τις οδηγίες χρήσεως όλων των φαρµάκων και ενώ παπαγάλιζα τους τίτλους των εργοστασίων κατασκευής που αναγράφονται στην ούγια των κλινοσκεπασµάτων, το µάτι µου άρπαξε ένα φύλλο τής «Καθηµερινής», µε ηµεροµηνία 3 Αυγούστου 2008. Το είχε εγκαταλείψει ο µόλις αποθεραπευθείς πάτερ Γεώργιος, που νοσηλευόταν στο διπλανό µου κρεβάτι. Εντύπωση µου προξένησαν, αµέσως, οι ζωηρότατες υπογραµµίσεις τού παπά στην επιφυλλίδα τού κ. Χρήστου Γιανναρά, που είχε τίτλο «Επέτειος ιστορικού τέλους της Αριστεράς». Από τα γραπτά τού κ. Γιανναρά έχω διαβάσει δύο τρεις παραγράφους και µόνον. Μου αρκούν για να τον κρίνω, επειδή, δεν θυµάµαι ποιος, έλεγε: «Δεν χρειάζεται να πιεις όλο το βαρέλι για να καταλάβεις το ξινισµένο κρασί. Μισό ποτήρι αρκεί». Με την ελπίδα ότι σφάλλω, ρίχτηκα στην ανάγνωση, εντείνοντας την προσοχή µου στις υπογραµµίσεις τού παπα-Γιώργη.
Μνηµόσυνο αντί πανηγυριού Αφορµή για την εν λόγω επιφυλλίδα, δίνει η επέτειος της 24ης Ιουλίου που εορτάζεται «πανηγυρικά κάθε χρόνο από την εκάστοτε προεδρία τής Δηµοκρατίας µε χλιδάτη δεξίωση στους ανακτορικούς κήπους». Να σηµειώσουµε ότι αυτή η «χλιδάτη δεξίωση», όπου είχα την τιµή να κληθώ ως εκπρόσωπος των εργαζοµένων στην «Εφηµερίδα της Κυβερνήσεως», συνίσταται σε αγχώδη προσέλευση, γελοία επιτήρηση, ευζωνική βαρβατίλα, παγωµένα βλέµµατα, υγιεινά και ελαφρά εδέσµατα, βαρύτατα νοσούντα φυτά, θερµοκρασία αρτοκλιβάνου και λυτρωτική αποχώρηση. Όπως τα τραίνα των Ναζί είχαν µπροστά, σαν ασπίδα, ένα βαγόνι µε αιχµάλωτους πατριώτες, έτσι και ο κ. Γιανναράς προτάσσει στο κείµενό του ένα ευφυολόγηµα του Γιάννη Τσαρούχη για να εξασφαλίσει το απυρόβλητο. Στόχος τού κειµένου είναι η Αριστερά, επειδή κατά την 24η Ιουλίου 1974 λησµόνησε «την αφιλοκερδή αντίσταση, εκτέλεσε την ανιδιοτέλεια στην πολιτική και εξάλειψε την ανυστερόβουλη στράτευση», κατηγορίες που απαγγέλλονται µε τη νοοτροπία τής συλλογικής ευθύνης. Και συµφωνούµε, ενθυµούµενοι ότι η Αριστερά τού «ΚΚΕ» και του Φλωράκη, του «Εσωτερικού», του Δρακόπουλου και του Κύρκου, των «400» τής «ΕΔΑ» τού Ηλιού και της «ΕΔΑ» τού Λεντάκη, του «ΧΑΟΥΣ», η Μαοϊκή Αριστερά, το µ-λ ΚΚΕ και το ΚΚΕ µ-λ, το ΕΚΚΕ, το «ΕΛΕΚ» και η «ΟΜΛΕ», οι Τροτσκιστές, οι Ποσαδιστές, ο «Μαχητής», η αναρχοκοµµουνιστική Αριστερά, η Αριστερά τής διασποράς, η ηγεσία, οι οπαδοί και οι συνοδοιπόροι, η συµβιβασµένη, η κατεστηµένη και η ανυπότακτη Αριστερά, την 24η Ιουλίου, σαν ένας άνθρωπος, σαν ένα σώµα και µια ψυχή, υπακούοντας σε ένα κέντρο κάπου ανάµεσα Πεκίνο - Μόσχα - Βερολίνο - Ρώµη - Παρίσι - Κούβα - Εξάρχεια, µε ένα νεύµα, η µονολιθική, αδιάσπαστη και οµονοούσα Αριστερά, αυτοκτόνησε αιωνίως εντός τής ηµέρας. Γι’ αυτό, όπως γράφει ο κ. Γιανναράς, «όχι δεξίωση πανηγυρισµού, µνηµόσυνο πένθους για το ιστορικό τέλος τής αυταπαρνητικής Αριστεράς απαιτεί η επέτειος της 24ης Ιουλίου». Μνηµόσυνο, συµπληρώνουµε εµείς, που θα διοργανώσουν οι εκάστοτε βαρυπενθούντες πρόεδροι της Δηµοκρατίας, οι τεθλιµµένοι πρωθυπουργοί κ.κ. Καραµανλής, Παπανδρέου και Μητσοτάκης και στο οποίο θα προσέρχονται οι απαρηγόρητοι, για το τέλος τής Αριστεράς, στρατιωτικοί, δικαστικοί και διοικητές ιθύνοντες, καθώς και πλήθος ολοφυρόµενων επιφυλλίδων. Αν και η σύντοµη επισκόπηση των προ τρια-κονταετίας δεδοµένων αρκεί για τη δικαίωση του αρθρογράφου, µια µατιά στα πρόσφατα γεγονότα δεν βλάπτει. Στο ίδιο γραπτό, ο κ. Γιανναράς, καταγγέλλει και πάλι την Αριστερά (repetitio est mater studiorum) για οργανωµένη διεκδίκηση ατοµικών συµφερόντων, ισοπεδωτική αναξιοκρατία, καταναλωτισµό και αντικοινωνική ανιδιοτέλεια. Καταγγελίες που επικυρώνουν οι διαδηλώσεις για το «άρθρο 16», τις πυρκαγιές τού 2007, το ασφαλιστικό και τον πόλεµο του Ιράκ, όπου συµµετείχαν ιδιοτελείς, φιλοχρήµατοι, ανάξιοι και αντικοινωνικοί συµφεροντολόγοι.
Αριστεροί καριέρας Σε άλλο σηµείο του άρθρου του, ο καλός αναλυτής επισηµαίνει ότι την 24η Ιουλίου 1974 «η άλλοτε διωκόµενη Αριστερά έγινε εξουσία. Κυβερνούσε ο Καραµανλής, αλλά κυρίαρχη ιδεολογία στη χώρα, δίχως αντίπαλο, ήταν (και είναι όπως θα αποδείξουµε) ένας αναχρονιστικός Μαρξισµός µε πλήθος δογµατικές αποφύσεις». Αυτό είναι βέβαιο. Συµφωνούµε ανεπιφύλακτα επειδή ακόµα και αυτός ο σοφός δάσκαλος, ο κ. Γιανναράς, υπογραµµίζει σε άλλη παράγραφο του αυτού κειµένου ότι «κάθε στοιχειώδους νοηµοσύνης κάτοικος αυτής της χώρας γνωρίζει ότι µε την πτώση τής δικτατορίας απλώς µετηλλάξαµεν τυράννους». Φράση ή µάλλον πολιτική υποθήκη για τον χαρακτήρα τής µεταπολίτευσης, που κατέθεσε πρώτος σε θεσσαλική διάλεκτο ο αγωνιστής τής Αριστεράς και Γ.Γ. του ΚΚΕ, Χαρίλαος Φλωράκης, λέγοντας το ιστορικό εκείνο «τι λάχανα, τι µπρόκολα». Ο χριστιανικός ιδεαλισµός πλήρως υποταγµένος στον σταλινικό υλισµό. Εν τούτοις, ο κ. Γιανναράς, όχι µόνο δεν αποστρέφεται τους Αριστερούς, αλλά θαυµάζει, µελετά και αναπολεί µια Αριστερά «που ώς τις 24 Ιουλίου 1974 ήταν µια ακραία διακινδύνευση». Τότε που «κινδύνευε ο Αριστερός να στερηθεί τα στοιχειώδη ανθρώπινα δικαιώµατά του, να περιθωριοποιηθεί κοινωνικά, να υφίσταται από τον κάθε χωροφύλακα ταπεινώσεις, ξυλοδαρµούς, αυθαίρετες κρατήσεις, να ζει µε την απειλή τής φυλακής, των βασανιστηρίων, της εξορίας ή και του εκτελεστικού αποσπάσµατος». Συµπεραίνω ότι ο κατά Γιανναράν, καλός αριστερός είναι ο διωκόµενος, ο φυλακισµένος, ο βασανισµένος και εκτελεσµένος αριστερός. Αλλά, όπως κατά τον εµφύλιο και σύµφωνα µε τους Στρατιωτικούς Επιτρόπους, η Αριστερά «αµειβόταν εις ρούβλια, λέβα, λέι, λεκ και εις µυθώδη ποσά», τώρα, σύµφωνα µε τον κ. Γιανναρά, «µε την καπηλεία, την εξαργύρωση και την εµπορευµατοποίηση των αγώνων» οι αριστεροί «επιτυγχάνουν καριέρα, προβολή, δηµοσιότητα και πλουτισµό». Προς επιβεβαίωση των απόψεων του κ. Γιανναρά, εκεί που διάβαζα, µπήκε στον θάλαµο ο καθηγητής Σ.Κ., ακολουθούµενος από θορυβώδεις νεοσσούς τής ιατρικής, που αποστήθιζαν κατά κάποιο τρόπο το πρόσφατο «πόθεν έσχες» των πολιτικών: « Ο γραµµατέας τού ΚΚΕ κ. Κ. Καραµανλής από το 2004 µέχρι το 2006 απέκτησε ένα διαµέρισµα στη Φιλοθέη, δυο σπίτια στην Αθήνα και ένα σπίτι στη Μύκονο», έλεγε ο ένας: «Ο βουλευτής τού ΣΥΡΙΖΑ κ. Θ. Πάγκαλος, στο ίδιο διάστηµα, πρόσθεσε στα ακίνητά του δυο οικόπεδα και πέντε διαµερίσµατα στα Καλύβια και τέσσερα γραφεία στην Πειραιώς», έλεγε ο άλλος. «Ο ακτιβιστής τής Αριστεράς, Λευτέρης Ζαγορίτης, από το 2004 έως το 2006 απέκτησε διαµέρισµα στην Πεύκη, οικόπεδο και σπίτι στο Ζαγόρι, διαµέρισµα και οικόπεδο στη Ρόδο, αγροτεµάχιο στον Μύτικα, γραφεία στην Κοδρικτώνος, οικία στην Τύµφη», και ακολουθούσαν «ο οικολόγος-πράσινος Γ. Βουλγαράκης µε νέο διαµέρισµα στην Αθήνα, αγροτεµάχια στην Τζια, διαµερίσµατα στο Ηράκλειο κι άλλο οικόπεδο και νέο σπίτι, κι άλλο σπίτι». Και συνέχισαν τον θόρυβο µε την εκδότρια της «Εποχής» κ. Μάρα Ζαχαρέα και τις ετήσιες απολαβές της των 400.000 ευρώ, τον αναρχοκοµµουνιστή κ. Λιάπη µε νέα διαµερίσµατα σε Κηφισιά και Μύκονο, αλλά και τον Βενιζέλο, τον Ρέππα, τον Καµµένο, τον Τζιτζικώστα, τον Φώλια και άλλα πολλά µέλη και στελέχη τής κινηµατικής Αριστεράς, πληροφορίες που διασταύρωσα αµέσως µετά το εξιτήριό µου. Αγαπητέ αναγνώστη, δεν ξέρω τι απεκόµισες από την παρουσίαση της επιφυλλίδας τού κ. Γιανναρά, που, πειθαναγκασµένος από την ανία και την πλήξη, συνέταξα. Όσο για µένα, δηλώνω ότι µετά την ανάγνωση του εν λόγω κειµένου, βλέπω τον κόσµο µε άλλα µάτια. Ο κ. Λιακόπουλος µου φαίνεται σοφός όσο και ο µακαρίτης Μανώλης Ανδρόνικος, ο κ. Κακαουνάκης έγκυρος όσο και ο «ΙΟΣ» και ο κ. Θ. Αναστασιάδης ισάξιος του Παντελή Μπουκάλα.
του Πάνου Αθανασίου
* Ο Πάνος Αθανασίου είναι διευθυντής τού περιοδικού «Ορχοµενός». Έχει εκδώσει τις ποιητικές συλλογές «Ετεοκλής και Πολυνείκης», «Η αποξηραµένη Κωπαΐδα» και το µυθιστόρηµα «Η έβδοµη πύλη». Εργαζόταν ως διορθωτής στην «Εφηµερίδα της Κυβερνήσεως», έως ότου συνταξιοδοτήθηκε.
Το παραπάνω κείμενο δημοσιεύτηκε στο τεύχος # 36 της ΓΑΛΕΡΑΣ. Το προσυπογράφω.
Γιάννης Καλαϊτζής
|