Κείμενα δημοσιευμένα στο περιοδικό ΓΑΛΕΡΑ

 

  Καζαντζίδης ο Θεολόγος
  Enditorial τεύχους #38, Νοέμβριος 20080, Οκτώβριος 2005

 

   Ο θεός του Αποστόλου Παύλου, παρά τις προφανείς αντίξοες παραγωγικές σχέσεις και παραγωγικές δυνάµεις, κατάφερε να επιβληθεί ως αυτόνοµη οικονοµική οντότητα µε τη χαρακτηριστική επωνυµία «αυτοδηµιούργητος» όπως οι Ωνάσης, Μελισσανίδης και Βγενόπουλος. Κανένας ύµνος ή απολυτίκιον δεν δοξάζει τόσο την αγιότητά του όσο το ζεϊµπέκικο του Καζαντζίδη «Εγώ µε την αξία µου και όχι µε ξένες πλάτες».
   Η πρώτη εντολή είναι σαφέστατη: «Εγώ ειµί ο κύριος ο Θεός σου ουκ έσονται σοι έτεροι θεοί πλην εµού». Ξαναθυµάµαι τον Καζαντζίδη και τη στροφή: «Εγώ µε την αξία µου και τον εγωισµό µου». Από το κρατικό µονοπώλιο δεν αγοράζουµε πια πετρέλαιο και εκείνα τα «πυρία άνευ θείου και φωσφόρου», αλλά το µη αµιγώς κρατικό µονοπώλιο της εκκλησίας των ορθοδόξων συνεχίζει να πουλάει αυτό και µόνον αυτό Χριστούς «Οµοούσιους τω Πατρί». Ο θεός της αγάπης δεν ανέχεται µουσουλµανικά τεµένη ή βραχµανικά ιερά στην αγορά. Γιατί συµβαίνει αυτό; Επειδή η θρησκεία του Αγίου Όρους είναι ένα χρηµατοπιστωτικό δόγµα συναλλαγής και δοσοληψιών που ρέπει, όπως όλες οι οικονοµικές επιχειρήσεις, στη µονοπώληση του κέρδους.
   Παλαιά και Καινή, τα κύρια µέρη της Γραφής, αποκαλούνται Διαθήκες. Επωνυµία που όζει συµβολαιογραφεία, υποθηκοφυλακεία, πατέρα Εφραίµ και κυρία Πελέκη. Ο βωµός των ορθοδόξων ονοµάζεται τράπεζα. Το επίθετο Αγία που προηγείται, για λόγους άφεσης, µας υποψιάζει ότι κάποια καπηλεία συντελείται εκεί.  
   Όπως σε όλες τις αίθουσες δηµόσιων θεαµάτων, το ταµείο, το γνωστό παγκάρι των ναών, βρίσκεται µπροστά στην είσοδο. Τοποθετήθηκε στο σηµείο αυτό ούτως ώστε να καταβάλουν εισιτήριο ακόµα και οι προσερχόµενοι που φεύγουν απογοητευµένοι από το θέαµα που παρουσιάζουν οι µεταµφιεσµένοι ιερείς. Η παντελής απουσία αποδείξεων πληρωµής ή τιµολογίων κατά τις αγοραπωλησίες καθιστά τους ναούς των ορθοδόξων ιδεώδεις τόπους για τη διακίνηση «µαύρου χρήµατος».
   Η «κυριακή προσευχή» µε το «άφεσ’ ηµίν τα οφειλήµατα ηµών» εισάγει τον χριστιανό σε ένα κόσµο ακάλυπτων επιταγών, διαµαρτυρηµένων γραµµατίων και χρεωστικών υπολοίπων. Το «Βασιλεύ ουράνιε» επικαλείται ένα βαθύπλουτο θεό-τραπεζίτη που µετέχει σε πρόγραµµα κοινωνικής ευθύνης. Το τραπεζικό σύστηµα και η θρησκεία έχουν κοινή τη θεµελειώδη τους αξία: την πίστη. Η φροντίδα των «πατέρων» για την ευταξία της εκκλησίας ονοµάζεται οικονοµία µε το επώνυµο θεία. Κληρονοµία λένε τα επουράνια βασίλεια και κληρονόµους τους µακάριους που τα απολαµβάνουν. Αυτό το οικονοµικό καθεστώς είναι φυσικό να αναγνωρίζει ως αντίπαλο ένα χρηµατοπιστωτικό ίδρυµα: τον Μαµµωνά. Ο Χριστός προδίδεται όχι χάριν ερωµένης ή εξουσίας αλλά έναντι χρηµάτων. Η εκκλησία αυτή την αξία φοβάται επειδή σε αυτή την αξία επενδύει. Το ευτελέστατο ποσό των 30 αργυρίων για την παράδοση του Ιησού ορίστηκε από τους ευαγγελιστές όχι για να καταρρακώσει τον προδότη. Εάν το αντίτιµο ήταν υψηλό ο καθένας είχε λόγο να προδώσει τον Κύριο, σύµφωνα µε το σύστηµα αξιών των χριστιανών.    Με αυτό το περίγραµµα το θέαµα καλογήρων και ορθοδόξων κυβερνόντων που παρακολουθούµε ήταν αναµενόµενο.

   Γιάννης Καλαϊτζής