Υπάρχει ζωή μετά τα αφεντικά;

 

 Εφημερίδα των Συντακτών, 5-6 Οκτωβρίου 2013

 ---------------------------------------------------------------------------------------------------------

   Η χρυσή κασίδα

    

 
 
Ο Φρόιντ έλεγε πως η θρησκεία εί¬ναι μια παγκόσμια νεύρωση. Οι πιστοί που εμφορούνται από την πεποίθηση πως κάποιοι αντίχριστοι κακούργοι σταύρωσαν τον Θεό τους (μεταξύ των δημίων υπήρξε ασφαλώς και ένας προ¬πάτοράς τους) εκδικούνται την ανθρω¬πότητα με ιδεοληψίες, παραληρήματα και οπτασιασμούς. Και με το οπλοστά¬σιο του κράτους αλλά και την επικου¬ρία των μεταφυσικών φόβων (μεταφέ¬ρονται επί της γης από τον κ. Σαμαρά συνομιλητή του Θεού) απαιτούν, αξιώ¬νουν δουλοπρέπεια και τυφλή υποταγή, όπως οι κατακτητές από τους σκλάβους. Και ενώ η Αριστερά έναντι της Εκκλη¬σίας πολιτεύεται με ανεξιθρησκία, οι αρχιερείς επιμένουν στη μισαλλοδο¬ξία τους επειδή θέλουν την ορθοδοξία μία, καθολική και οικουμενική. Ο Φ. Ντοστογιέφσκι γράφει στους «Καρα¬μαζώφ»: «Αυτή η ανάγκη της συμφω¬νίας στη λατρεία είναι το μεγαλύτερο βασανιστήριο και του ανθρώπου χω¬ριστά αλλά και της ανθρωπότητας στο σύνολό της από την αρχή του κόσμου. Γι’ αυτήν την κοινή λατρεία αλληλοεξο¬ντώνονταν με το σπαθί». Οσον αφορά εμάς, το πρόβλημα της μισαλλοδοξίας θα έλυνε διά παντός η πλήρης ή γενική απουσία οποιασδήποτε λατρείας. Αλλά, ως γνωστόν, ο καθένας είναι έτοιμος να πολεμήσει υπέρ της εξάρτησής του. Κατά συνέπεια φορολογούνται οι πλα¬νόδιοι κουλουροπώλες και ουδέποτε η Εκκλησία. Ταμειακές μηχανές τοποθε¬τήθηκαν και στα περίπτερα και ούτε μία σε ενοριακό παγκάρι. Ο κάθε κτηνοτρό¬φος πληρώνει τους βοσκούς από την τσέπη του αλλά τους καλούς ποιμένες πληρώνει το Δημόσιο. Για τούτο με ικα¬νοποίησαν οι δηλώσεις του κ. Κουράκη που αφορούσαν τα οικονομικά της Εκ¬κλησίας των Ανθιμων. Μελανό σημείο των προτάσεών του βεβαίως παραμένει το γεγονός ότι επ’ αυτών συμφωνεί και ο κ. Στουρνάρας. www.gianniskalaitzis.gr
 

Προβεβλημένο μέλος της εγκληματικής συμμορίας των εν Ελλάδι νεοναζί ισχυριζόταν προ ημερών ότι η εμφάνισή τους έγινε μόδα. Αλλά είναι βέβαιο πως η όψη τους, που χαρακτηριστικό της γνώρισμα είναι το ξυρισμένο κεφάλι, διαμορφώνεται στα στρατόπεδα συγκεντρώσεως όπου συναγελάζονται καταναγκαστικά αιχμάλωτοι, ασθενείς, στρατευμένοι, θρησκευόμενοι ή κατάδικοι και την αμφίεσή τους σχεδιάζουν οι ψείρες και η κασίδα.

 

Είναι αξιοσημείωτο πως το επίθετο αχώριστος (ο μη κεχωρισμένος, ο εν τω αυτώ μετ” άλλου ή μετ” άλλων ευρισκόμενος) προέρχεται από τη λέξη άχωρ, την επιστημονική δηλαδή ονομασία της κασίδας.

 

Ιατρικά, ο άχωρ (δημοτ. κασίδα) καταγράφεται ως «νόσος παρασιτική, μεταδοτική του τριχωτού της κεφαλής απόζον δι” ιδιαζούσης, από ποντικού, ή ούρου γαλής, οσμής αισθητής και εξ αποστάσεως, ακόμη και συντελούσης εις τον καθορισμόν της διαγνώσεως».

 

Για τούτο οι στρατοπεδάρχες, οι ηγούμενοι, οι διευθυντές φυλακών και εκπαιδευτηρίων (πρόκειται για τις Αμυγδαλέζες των μεταναστών από τη νεότητα στην ενηλικίωση) επιβάλλουν την «εν χρω κουρά», το κούρεμα με την ψιλή δηλαδή, που διασφαλίζει την υγιεινή, τον στιγματισμό και τη διαπόμπευση των δεσμωτών. Αυτή είναι η πηγή της μόνιμης αντιπάθειας που τρέφουμε για την κατά διαταγήν κασίδα.

 

Εξαιρετικός φίλος, Γάλλος υπήκοος, βετεράνος παραθεριστής στον τόπο μας, ξύρισε πρόωρα το κεφάλι του και η αναρχική του παρέα τον βάφτισε Μπούχεβαλντ ή, χάριν συντομίας, Μπουκ. Ποτέ δεν μάθαμε το πραγματικό του όνομα.

 

Ο Γιουλ Μπρίνερ, με κεφαλή ξυρισμένη γουλί, εμφανίστηκε εκεί κατά το ’60 δίπλα στην Ντέμπορα Κερ ως συμπρωταγωνιστής στο φιλμ «Ο βασιλιάς και εγώ». Αν και αξιοπρεπής ως ηθοποιός, ουδέποτε τον πήραμε στα σοβαρά. Το όνομά του συνοδευόταν από κακεντρεχή χαμόγελα. Το Χόλιγουντ εν γένει χρησιμοποιούσε το άτριχο κεφάλι για να τονίσει την παράδοξη συμπεριφορά αλλόθρησκων και απόκοσμων φυσιογνωμιών.

 

Στην «Αποκάλυψη τώρα» του Κόπολα θαυμάσαμε τον Μάρλον Μπράντο ή μάλλον το φαλακρό του κρανίο ασυνόδευτο, αφού ουδέποτε κατά τη διάρκεια της ταινίας εμφανίστηκε το πρόσωπο του μεγάλου καλλιτέχνη, που χάνεται στις σκιές, παίζοντας τον παρανοϊκό συνταγματάρχη Κουρτς.

 

Και οι γυναίκες; Εάν για τους άντρες το κατά διαταγήν ξυρισμένο κεφάλι σημαίνει μείωση της προσωπικότητας, για τις γυναίκες είναι η εκμηδένιση. Και αδιάφορο αν ονομαζόταν Ειρήνη, Ζωή ή Θεοδώρα, γεγονός είναι πως υπήρξε αυτοκράτειρα του Βυζαντίου που εξανάγκαζε τους αυλικούς ποιητές να υμνούν τα πλατινένια της μαλλιά. Ηταν απολύτως φαλακρή.

 

Σ” έναν άλλο μεσαίωνα, το ίνδαλμα, το σύμβολο των Λεπέν, η κεκαρμένη Ζαν Ντ” Αρκ, αγωνίζεται για την παλινόρθωση του Γάλλου βασιλιά. Οποιος μιλάει στον Θεό είναι θρησκευόμενος. Οποιος ακούει τη φωνή του Θεού είναι βέβαια παλαβός.

 

Στον Μεσοπόλεμο η αρτ ντεκό σχεδιάζει και επιβάλλει μια γυναίκα-αρλεκίνο με μαλλί νεοσύλλεκτου. Ας θυμηθούμε τη Λίζα Μινέλι στο χιτλερικό «Καμπαρέ» και μια ρεμπέτισσα (!) τη Γεωργακοπούλου. Ομοίως η επιβλητική γοητεία της Σιλβάνα Μαγκάνο πρωταγωνιστεί στο φιλμ «Η Γιοβάνα και οι άλλες». Κουρεμένη με την ψιλή, διαπομπεύεται στα βουνά τής υπό γερμανική κατοχή Γιουγκοσλαβίας. Την ηρωίδα της πραγματικής ιστορίας παντρεύτηκε αργότερα ο Τίτο.

 

Διαπόμπευση ήταν και η δημόσια κουρά, ο διασυρμός των «τέντι μπόις», των ροκάδων του ’60 σύμφωνα με τον Νόμο 4000.

 

Παρ” όλα αυτά, η ανθρωπότητα κάνει βήματα προόδου. Οι ανθρωποφάγοι τιμωρούνται διαρκώς πιο ανθρωπινά, έγραφε ο Γέρζι Λετς στις «Αχτένιστες σκέψεις».