Υπάρχει ζωή μετά τα αφεντικά;

  Εφημερίδα των Συντακτών, 23-24 Φεβρουαρίου 2013

 ---------------------------------------------------------------------------------------------------------

   O Mανόλης Αναγνωστάκης και η Οκτομπριάνα

   

Οι γκραβούρες ιατρικού εν¬διαφέροντος παρουσιάζουν κάποτε τους λειτουργούς του Ασκληπιού να φέρουν στο πρό¬σωπο ένα τεράστιο αλλόκοτο ράμφος. Υποθέτουμε βασίμως ότι και κατά τον Μεσαίωνα οι θεράποντες θα είχαν επι¬σημάνει πως η μετάδοση των ασθενει¬ών σχετίζεται με τη σωματική επαφή ή την απλή προσέγγιση. Το αποκρουστικό ράμφος καθιερώθηκε (κατά τον γρά¬φοντα) για να αποτρέπει την εγγύτη¬τα και την επακόλουθη μόλυνση. Αυτή η εντυπωσιακή προσωπίδα εξάλλου εξασφάλιζε το απερίγραπτο δέος του ασθενούς για τον μασκοφόρο και την ανάλογη οικονομική του υποδοχή. Ενα παρόμοιο προσωπείο, πολλαπλάσιο σε μέγεθος, κόστος και σημασίες, φέρουν και οι λειτουργοί του υψίστου.
Αγαπητοί αναγνώστες, μεγάλος αριθ¬μός των κατά τον κ. Ανθιμο αμαρτιών καταδικάζονται από το κράτος ως παρα¬βάσεις και κακουργήματα. Η Εκκλησία έχει στο οπλοστάσιό της πλήθος ακόμα ανθρώπινες ενοχές για να εκβιάζει τους φοβικούς: το προπατορικό αμάρτημα, λόγου χάριν, τις λάγνες επιθυμίες ή τους ανόσιους συλλογισμούς. Εάν ήθελαν οι άγιοι πατέρες, τότε η τρέχουσα δικαιο¬σύνη θα τιμωρούσε και τις αμαρτίες αυ¬τές ως αδικήματα. Αλλά η Εκκλησία θα έχανε τους λόγους της ύπαρξής της. Με πρόσχημα τη συγχώρεση αυτών των κρι¬μάτων έρχεται σε επαφή με το χριστεπώ¬νυμο πλήρωμα. Και είναι γνωστό πως ο δάσκαλος μας υποδέχεται ως αγράμμα¬τους, ο γιατρός μάς βλέπει ως ασθενείς και ο ιερέας μάς θεωρεί παλιανθρώπους. Και για να μη μολυνθούν από τα ανοσι¬ουργήματα των μιαρών πολιτών, οι αγα¬θοί λευίτες καθιέρωσαν και αυτοί ένα απροσδιόριστου μεγέθους αποτρεπτικό ράμφος. Το αποτελούν η παγιωμένη αρ¬χαΐζουσα γλώσσα της «Θείας λειτουρ¬γίας», η ιδιότυπη φωνητική βυζαντινή μουσική, ο εξπρεσιονισμός -μοναδικός και ανεπανάληπτος- των τοιχογραφιών και των φορητών εικόνων και η ξεχωρι¬στή αρχιτεκτονική των ναών. Και ακό¬μα: η καρναβαλικού τύπου αμφίεση των ιερέων και τα ψευδώνυμα με τα οποία θωρακίζονται οι κληρικοί έναντι των λαϊκών. Προσωπείο ή ράμφος, ο συντά¬κτης του παρόντος θα υπερασπιζόταν με νύχια και με δόντια την παστερίωση της ορθοδοξίας, όχι επειδή επί του προ-κειμένου καταλαμβάνεται -ο γράφων- από μια πυρέσσουσα ζαν-ζακ-ρουσίτιδα αλλά λόγω αναπτύξεως του «στίλβοντος ποδηλάτου».
Ο Φρόιντ έλεγε πως η θρησκεία εί¬ναι μια παγκόσμια νεύρωση. Οι πιστοί που εμφορούνται από την πεποίθηση πως κάποιοι αντίχριστοι κακούργοι σταύρωσαν τον Θεό τους (μεταξύ των δημίων υπήρξε ασφαλώς και ένας προ¬πάτοράς τους) εκδικούνται την ανθρω¬πότητα με ιδεοληψίες, παραληρήματα και οπτασιασμούς. Και με το οπλοστά¬σιο του κράτους αλλά και την επικου¬ρία των μεταφυσικών φόβων (μεταφέ¬ρονται επί της γης από τον κ. Σαμαρά συνομιλητή του Θεού) απαιτούν, αξιώ¬νουν δουλοπρέπεια και τυφλή υποταγή, όπως οι κατακτητές από τους σκλάβους. Και ενώ η Αριστερά έναντι της Εκκλη¬σίας πολιτεύεται με ανεξιθρησκία, οι αρχιερείς επιμένουν στη μισαλλοδο¬ξία τους επειδή θέλουν την ορθοδοξία μία, καθολική και οικουμενική. Ο Φ. Ντοστογιέφσκι γράφει στους «Καρα¬μαζώφ»: «Αυτή η ανάγκη της συμφω¬νίας στη λατρεία είναι το μεγαλύτερο βασανιστήριο και του ανθρώπου χω¬ριστά αλλά και της ανθρωπότητας στο σύνολό της από την αρχή του κόσμου. Γι’ αυτήν την κοινή λατρεία αλληλοεξο¬ντώνονταν με το σπαθί». Οσον αφορά εμάς, το πρόβλημα της μισαλλοδοξίας θα έλυνε διά παντός η πλήρης ή γενική απουσία οποιασδήποτε λατρείας. Αλλά, ως γνωστόν, ο καθένας είναι έτοιμος να πολεμήσει υπέρ της εξάρτησής του. Κατά συνέπεια φορολογούνται οι πλα¬νόδιοι κουλουροπώλες και ουδέποτε η Εκκλησία. Ταμειακές μηχανές τοποθε¬τήθηκαν και στα περίπτερα και ούτε μία σε ενοριακό παγκάρι. Ο κάθε κτηνοτρό¬φος πληρώνει τους βοσκούς από την τσέπη του αλλά τους καλούς ποιμένες πληρώνει το Δημόσιο. Για τούτο με ικα¬νοποίησαν οι δηλώσεις του κ. Κουράκη που αφορούσαν τα οικονομικά της Εκ¬κλησίας των Ανθιμων. Μελανό σημείο των προτάσεών του βεβαίως παραμένει το γεγονός ότι επ’ αυτών συμφωνεί και ο κ. Στουρνάρας. www.gianniskalaitzis.gr

   Ταξιδεύοντας για την Αγκουλέμ, πέρασα από το σπίτι του Μανούσου Φάσση στο Παρίσι. Η πολιτεία γιόρταζε τη μεσοβασιλεία του Μιτεράν. Σπίτι; Ενας περιστερώνας ήταν στη ρι Ντοφίν, δρόμος που βγάζει από τον Σηκουάνα στο μνημείο του Δαντόν. Εψαχνα για το κουδούνι όταν μου άνοιξε ο Ν.Π. «Ερχεται όπου να 'ναι. Εμπα».

   Το 1996 από τις εκδόσεις «Στιγμή» κυκλοφόρησε το βιβλίο του Μανόλη Αναγνωστάκη «Ο ποιητής Μανούσος Φάσσης, η ζωή και το έργο του». Το αγόρασαν οι πληροφορημένοι, ελάχιστοι δηλαδή.«Εχασες το τραίνο Μανούσο» γράφει ο Αναγνωστάκης και συνεχίζει: «Θεληματικά έθαψε τα ποιήματά του και ουδέποτε αναμετρήθηκε στο ποιητικό ρινγκ των ανοικτών εκδοτικών αντιπαραθέσεων».

   Με τον υπότιτλο «Μια πρώτη απόπειρα κριτικής προσέγγισης» (ξεφύλλισμα λέγεται παρακάτω) η έκδοση περιλαμβάνει 100 σελίδες του Αναγνωστάκη, συνέντευξη της Φραγκίσκης Αμπατζόγλου στον «Θούριο» (για τον Φάσση πάντα), δημοσίευμα της «Αυγής» με την υπογραφή Ματζ. και σημείωμα του Η. Ρόδη στο περιοδικό «Το Ελληνόπουλο στα ξένα».

   Κατά τον συγγραφέα «μια ακατάσχετη βωμολοχία χαρακτηρίζει τον Φάσση, έξω από το περιρρέον κλίμα της εποχής που το σνομπάρει, όταν δεν το χλευάζει ή το λοιδορεί».

Το δοκίμιο αναφέρεται στις ποιητικές ενότητες 1) «Τα τραγούδια της Μαρκέλας» 2) «Τα φανταιζί» 3) Τα απαγορευμένα «Ανώμαλα ρήματα» και 4) στην «Παιδική μούσα».

   Μπήκα δύσκολα. Πίσω από την πόρτα του Φάσση υψωνόταν ένα βουνό περιοδικά σκεπασμένα με νάιλον θερμοκηπίου. «Πορνό μπαντ-ντεσινέ» εξήγησε ο Ν.Π. Παράθυρο, ντουλάπα, η πόρτα του μπάνιου και αφίσες στα 50χ70, των Μαρξ, Λένιν, Στάλιν, διάσημα κόβερ-γκερλς οι ερωτικές γελοιογραφίες του Αϊζενστάιν, η Μονρόε και τα πόστερ από τον «Τσαπάγεφ» και τον «41   ». Στο γραφείο δίπλα στον υπολογιστή-δεινόσαυρο είδα την Ελένη Βακαλό «εκτάκτως ωραία ακόμη» και στον τοίχο πίσω μου μια άσπρη κιλότα καδραρισμένη, με ένα κόκκινο άστρο ακριβώς εκεί. Στην κορνίζα ήταν χωμένο ένα ποίημα. «Με τους στίχους αυτούς κέρδισε σε διεθνή διαγωνισμό το βρακί. Είναι της Ιζόλδης Ιζβίτσκαγια. Να τη». Και μου 'δειξε (ο Ν.Π.) στο πάτωμα ένα υφαντό σαν κουρελού. «Ποζάρισε ως Οκτομπριάνα. Σηκώνει την καραμπίνα να καθαρίσει τον 41   , όπως στο φιλμ. Εκεί βέβαια ήταν ντυμένη». Μου 'δωσε ένα ουίσκι και κλότσησε 3 κούτες κάτω από τον ντιβάνι. «Η πληρέστερη συλλογή της Οκτομπριάνα στον δυτικό κόσμο».

   Το 1961 ο Πέτερ Σαντέτσκι, φοιτητής από την Πράγα, έδωσε στην Ακαδημία Καλών Τεχνών του Κιέβου διάλεξη με θέμα «Η αμερικανική ποπ αρτ». Τον υποδέχτηκαν με χασμουρητά, αλλά όταν έφτασε στα κόμικς και στις εκδόσεις πορνό, κόπηκε το ρεύμα και το ακροατήριο διαλύθηκε. Τον πλησίασε κάποιος Γερασίμοφ, που τον οδήγησε στη λέσχη της «Προοδευτικής Πολιτικής Πορνογραφίας». Το 'σκασε από 'κεί με ένα φορτίο κόμικς της υπόγειας, διεφθαρμένης, φελινικής σουπεργούμαν, Οκτομπριάνα.

   Είναι η εποχή του ψυχρού πολέμου. Στην υπόθεση εμπλέκονται οι μυστικές υπηρεσίες, Σοβιετικοί διαφωνούντες, Αμερικανοί ποπ σταρ και τα μέσα ενημέρωσης. Ο Σαντέτσκι κατηγορήθηκε από την «Λιτερατούρναγια Γκαζέτα» ως ομοφυλόφιλος, παράφρων, κατάσκοπος, παραχαράκτης και σφετεριστής πνευματικών δικαιωμάτων. Καταδικάστηκε σε 8 χρόνια φυλακή για παράνομη μετανάστευση. Οι λέσχες φανατικών της Οκτομπριάνα λειτουργούν. Δύο από αυτές ονόματι «Τζιτζιφιών-Καραχισάρ» προκήρυξαν τον διαγωνισμό για το εσώρουχο της Ιζβίτσκαγια.

   Θα κλείσουμε καταγράφοντας από μνήμης το στιχούργημα που χάρισε στον Μανούσο Φάσση το έπαθλο.

Απ' την Τριάνα του Χειλά

και του Τζίμη του Χοντρού

η Οκτομπριάνα

τραβάει ντουγρού για τη Συγγρού

κι αφού προστάζει η σαρξ

βαράει διάνα 

η φακλάνα

τον Γκράμσι, τον Γκρούτσο και τον Μαρξ

τον Τσίκο, τον Χάρπο και τον Ζέπο

και τον καπετάν Αντρέα Ζέπο

καλές Απόκριες